Γεια σου, Μπιρμπίλω μου, αφράτη
με το αλληθωρό σου μάτι,
που ολημερίς ξεροσταλιάζεις
και προς την πόρτα μου κοιτάζεις.
Κι απ' το πρωί βρακιά απλώνεις
κι ύστερα τάχα τα μπαλώνεις,
τη μια τη λεμονιά ποτίζεις,
την άλλη τάχα τη σκαλίζεις.
Κι όλο κοιτάς ποιός μπαινοβγαίνει,
ποιός τα σκαλιά μου ανεβαίνει,
και ποιός τα βράδια με… γαργαλά,
βρε, τι μεγάλο βρήκα μπελά!
Γεια σου, Μπιρμπίλω μου, παρδάλω
με τον ποπό σου τον μεγάλο,
που με λιοπυρια και με κρυα
όλο ζητάς μια ευκαιρία.
Και ξαφνικά βάφεις κι ασπρίζεις
κι ύστερα τάχα ξεσκονίζεις,
τη μια τον γάτο βγάζεις βόλτα,
την άλλη ξεγεννάς την κότα.
Κι όλο κοιτάς ποιός μπαινοβγαίνει,
ποιός με τα χάδια του με τρελαίνει,
με ποιόν τις νύχτες τρώω… χαλβά,
βρε, θα στον κόψω εγώ τον χαβά!
Γεια σου, Μπιρμπίλω μου, κοντούλα,
που σ' όλα χώνεις τη μυτούλα,
κι ολονυχτίς δεν κλείνεις μάτι
μήπως και σου ξεφύγει κάτι.
Και στο μπαλκόνι όλο ρεμβάζεις
κι ύστερα τάχα τα άστρα διαβάζεις,
τη μια χαμομηλάκι πίνεις,
τα μπράτσα σου την άλλη ξύνεις.
Κι όλο κοιτάς ποιός μπαινοβγαίνει,
ποιός με τα κόλπα του με πεθαίνει,
με ποιόν… τρελίτσες κάνω στο χολ,
βρε, δε γλυτώνεις το... αροξόλ!