Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Ανάσταση

Οι άνθρωποι το δίκιο τους ζητούν
μα ’κείνο όλο χάνεται στα χρόνια
κι αναστενάζουν τα παιδιά
σαν πληγωμένα χελιδόνια.

Όμως θα έρθει ο καιρός,
θα έρθει η ώρα η μεγάλη
στους φαύλους, στους απάνθρωπους
σαν δεν θα σκύβουν το κεφάλι.

Ανάσταση γυρεύουν οι λαοί
μα η ανάσταση ποτέ δε φτάνει
κι όλο πορεύονται οι γενιές
με ένα ακάνθινο στεφάνι.

Όμως μια άνοιξη θα ’ρθει,
θα έρθει η ώρα η δικιά τους,
στους δήμιους, στους σταυρωτές
να υψώσουνε το ανάστημά τους.

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

Ένα να γίνομαι

Σ’ απόκρημνη πλαγιά ξημέρωσα,
το δάκρυ μου στην πέτρα στέγνωσα,
να βρω τ’ αθάνατο βοτάνι,
να το φυλάω μέσ’ στα στήθια μου,
να είσαι συ η μόνη αλήθεια μου
σαν τ’ όνειρο το δρόμο χάνει.
Στο κύμα τ’ αρμυρό νυχτώθηκα,
απ’ όλους τους καιρούς κυκλώθηκα,
μια γη να βρω και μια πατρίδα,
να τη φυλάς μέσα στα στήθη σου,
να είμαι γω το παραμύθι σου
σαν ψάχνει απάγκιο η ελπίδα.
Τις νύχτες τις αφέγγαρες
ένα να γίνομαι
με τη σκιά σου,
να λιώνω, ν’ ανασταίνομαι
κάθε στιγμή
στους χτύπους της καρδιά σου.

Σάββατο 14 Απριλίου 2012

Σε είδε ο ήλιος

Σε είδε ο ήλιος, σε λιμπίστηκε,
στην αγκαλιά σου αποξεχνιέται.
Στο πλάι σου αγρυπνά μια Παναγιά
και ημερεύουνε τα πέλαγα,
και έγινες κι αγάπη και στεριά.
Σαν περπατάς στις γειτονιές
ανθίζουνε οι παπαρούνες,
κι ανοίγουν τα πορτοπαράθυρα,
του Μάη τα ρόδα δεν κρατιούνται
κι από τα χείλη σου κρεμιούνται.
Πίνει τ’ αηδόνι, και μεθά
μ’ ένα γλυκό φιλί σου σκοπελίτικο,
τα βάσανα δε συλλογιέται.
Σε είδε ο ήλιος, σε λιμπίστηκε,
στην αγκαλιά σου αποξεχνιέται.

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Σ' άνοιξα τα πορτόφυλλα

Σ’ άνοιξα τα πορτόφυλλα
την πρώτη του Γενάρη
κι ήρθες σαν άστρο τ’ ουρανού
κι ήρθες σα νιο φεγγάρι.

Καταμεσής στο πέλαγος
το όνειρο ανθίζει,
στα βράχια της Αλόννησου
θυμάρι πώς δακρύζει.

Τα νιάτα μου σου χάρισα
στα μέσα του Απρίλη
κι ήρθες σα φως του πρωινού,
σαν του γιαλού κοχύλι.

Ολημερίς στα άλμπουρα
ο Έρωτας χορεύει,
στα ξάνεμα της Σκόπελου
μυρσίνη πώς θεριεύει.

Τετάρτη 4 Απριλίου 2012

Να θυμάσαι

Την καρδιά μου πλανεύεις
και τα μάτια μου κλέβεις
σαν αρχαίος θεός,
κι έχεις γίνει η γη μου,
εραστή του ονείρου,
και αέρας και φως.
Όμως τ’ άστρα ζηλεύεις,
σαν πουλί αλαργεύεις
και σε παίρνει ο καιρός,
κι εγώ μένω μονάχη
στης συνήθειας την πάχνη
σαν ορφάνιας λυγμός.
Μα δε θέλω να ξέρεις,
μην τυχόν κι υποφέρεις,
πόσο αλήθεια πονώ,
μοναχά να θυμάσαι
σαν στα ξένα κοιμάσαι
πως για σένα αγρυπνώ.