Παγιδευμένη στις ρωγμές
ενός θαμπού καθρέφτη,
κάτι φθαρμένες λογικές
μου τρων’ τα σωθικά.
Όλος ο κόσμος μια κραυγή
στης μέρας την ορφάνια
κι οι προσδοκίες στη σιωπή
κουρνιάζουν στωικά.
Γίνανε δύσκολα τ’ απλά,
δύσβατα μονοπάτια,
όλη μου τώρα η ζωή
μέσ’ σε υγρά κελιά.
Σ’ ένα ανόσιο βωμό
ιδανικά και πόθοι,
και η ψυχή μου αιμορραγεί,
μου κόβεται η μιλιά.
Άραγε κάπου θα βρεθεί
τόπος για να πατήσω,
με το κεφάλι χαμηλά
να ζήσω πώς μπορώ.
Μέρα τη μέρα χάνεται
ο ήλιος ο αντάρτης
όμως θα βγάλω δυο φτερά
πριν φύγει να τον βρω.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου