Ρόδινα βάζεις την αυγή, μενεξεδιά
το δείλι
Φιλεύεις του καλοκαιριού το άσπρο
σου μαντήλι
Είναι που καθρεφτίζεσαι στου Ήλιου
τα αλώνια
Που ξύπνησε ο Έρωτας στης λεμονιάς
τα κλώνια
Τα ακριβά σου τα πλουμιά, του Απόλλωνα
η λύρα
Τα πεύκα και οι κουμαριές που μέθυσαν
μ’ αρμύρα
Είναι το φως το γαλανό, τα αστέρια
που σου μοιάζουν
Οι ώρες του εσπερινού που μέσα σου
αγιάζουν
Ο ποιητής που ξενυχτά στης Πούλιας
το κατώφλι
Οι μνήμες του Ωκεανού σε φιλντισένιο
τσόφλι
Είναι η Γοργόνα η Παναγιά, οι μαρμαρένιες κόρες
Είναι τα λεύτερα πουλιά που αψηφούν
τις μπόρες
Είναι που ο χρόνος δεν μπορεί τα
χνάρια σου να σβήσει
Είναι που δεν μπορεί κανείς το δρόμο
σου να κλείσει
Οι μύθοι είναι του γιαλού πλεγμένοι
στο λαιμό σου
Όνειρα είναι κι αερικά κι ο άγιος
ουρανός σου…