Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2015

Βρε πώς

Βρε πώς ‘γίναν όλα ένα,
μέσ’ στο μίξερ αλεσμένα,
τα μισά και τα στραβά μας
και αέρα στα πανιά μας…

Κι όλα είν’ νερό κι αλάτι,
την καμπούρα τους στην πλάτη
ποιοί  τη βλέπουν ποιοί κοιτάνε,
άσ’ τα έρμα να ψοφάνε…

Τέρμα αγάπες όλο φλόγες,
μάζευε κι ας είναι ρόγες,
δες, χιλιάδες τα γουρούνια
και μιλιούνια τα μαμούνια…

Χέρι-χέρι οι αλεπούδες
και ξωπίσω οι καφετζούδες…
«Συ μου δίνεις, εγώ σου τάζω,
και θα σ’ έχω και βαστάζο».

Ποιός θ’ αρπάξει, ποιός θα πάρει…
«Μα κι απ' του φτωχού τ' αρμάρι;..»
«Σκάσε, Μαριγούλα μ’! Σκάσε
και την όρυζά σου βράσε!..»

Όλα παίζονται στα ζάρια,
ένα μάτσο χαλινάρια
στη ζωή μου, στη ζωή σου…
τι κι αν βράζεις στο ζουμί σου…

Κι όλοι στο αλισβερίσι,
τί δεν κάνει το μπαξίσι,
κι ο κουμπάρος και ο φίλος
και του μπάρμπα μου ο σκύλος…

Κι οι μικροί και οι μεγάλοι
και του κυρ-Μαθιού οι γάλοι…
«Σαν κοριοί στον αχυρώνα!..»
«Σκάσε! Τσιμουδιά, Κοκόνα!...»

Κι αν ο κούκος πει στο λύκο
και ο Μιχαλιός στο Νίκο,
«Ήσουν δίκαιος…Θυμήσου…»
«Άντε, φίλε, και γαμήσου!..»

Και της μυλωνούς ο κώλος,
ευδιάθετος ουδόλως,
μέρα-νύχτα αναρωτιέται:
«Βρε ο κόσμος πώς κρατιέται;..»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου