Της σκοτεινιάς τις πικρορίζες ξελογιάζουμε
Τα όρια του κόσμου δε τα λογαριάζουμε
Αμετανόητοι κι αλλοπαρμένοι.
Την ξενιτιά με ροδοδάφνες την μπολιάζουμε
Μέσ’ του πυράκανθου τα άλικα φωλιάζουμε
Απ’ τ’ ουρανού το φως συνεπαρμένοι.
Μέσα στων βράχων τις σχισμές ξημερωνόμαστε
Μέσ’ στην αρμύρα των καιρών ξαναγεννιόμαστε
Από τα πάθη μας λευτερωμένοι.
Απ’ του κακού τη χαλασιά κι αν πληγωνόμαστε
Κάθε ξημέρωμα στα πέλαγα ανοιγόμαστε
Μέσα στο φως το ελληνικό λουσμένοι.
Του Αιγαίου τα χρώματα
Τ’ άγια μας χώματα
Μοίρες παράξενες μοιραίνουνε.
Έλληνες Έρωτες
Ψυχές Αγέραστες
Θεούς κι ανθρώπους συνεπαίρνουνε.