Μικραίνουν της χαράς τα όρια,
της προσδοκίας οι γραμμές,
διαβαίνουν σκυθρωπές οι ώρες,
αμίλητες οι Κυριακές.
Ξεμυάλισέ με μ’ έναν ήλιο,
μ’ ένα κομμάτι ουρανό,
για να μπορώ να περπατάω
σ’ αυτόν το δρόμο το στενό.
Πληθαίνουν οι καημοί του κόσμου,
της μάνας γης οι στεναγμοί,
περνάει αμείλικτος ο χρόνος,
κυλά αδίσταχτη η στιγμή.
Ξενύχτησέ με μ’ ένα χάδι,
μ’ ένα φιλί σου φλογερό,
για να μπορώ να πολεμάω
αυτόν το δύσκολο καιρό.